🇬🇧 en el 🇬🇷
middle of nowhere noun |
|
---|---|
|
στη μέση του πουθενά, στου διαβόλου τη μάνα |
Wiktionary Links
- English: middle of nowhere
middle of nowhere noun |
|
---|---|
|
στη μέση του πουθενά, στου διαβόλου τη μάνα |